κροταφίς

κροταφίς
κροτᾰφ-ίς, ίδος, ,
A pointed hammer, resembling the κέστρα, IG22.1672.120, Poll.10.147.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • κροταφίς — κροταφίς, ίδος, ή (AM) [κρόταφος] ειδικό σφυρί τού οποίου το ένα άκρο είναι οξύ, αλλ. κέστρα …   Dictionary of Greek

  • κροταφίς — pointed hammer fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κροταφίδες — κροταφίς pointed hammer fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κροταφίδι — κροταφίς pointed hammer fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αμφικροταφίδα — ( ίς, ίδος), η σφύρα μεταλλωρύχων που έχει όμοια και τα δύο άκρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < αμφι * + κροταφίς «σφυρί με οξεία απόληξη» < κρόταφος. Η λ. αναφέρεται για πρώτη φορά σε εγκυκλοπαιδικό λεξικό από τον Κ. Μητσόπουλο, φυσιοδίφη] …   Dictionary of Greek

  • kret-2 —     kret 2     English meaning: to hit     Deutsche Übersetzung: ‘schlagen”     Note: probably originally with kret 1 identical     Material: Gk. κρότος “jedes through Schlagen, Stampfen, Klatschen entstehende noise”; κροτεῖν “klatschen, knock,… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”